Άρθρο του Χρήστου Στ. Μάρκου Οικονομολόγου
Η σημερινή οικονομική κρίση της Ελλάδας, είναι γνωστό ότι δεν έχει σχέση μόνο με την χώρα μας. Είναι προφανές βλέποντας και τις άλλες χώρες της Ευρώπης, όπως την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, ίσως όχι βέβαια με την ίδια ένταση, η οικονομική κρίση είναι γενικότερη και έχει βαθύτερες αιτίες, πέραν των συνόρων της χώρας μας. Εάν σκεφτούμε μάλιστα ότι υπάρχουν κι άλλες χώρες «υπό απειλή», όπως η Ιταλία με μεγάλη ένταση τελευταία, αλλά και η Ισπανία με το Βέλγιο, ακόμα όμως και η Γαλλία, όπως επίσης ότι, αν και δεν συζητείται ευρέως η κρίση του 2008 στις Η.Π.Α, όχι μόνο δεν έχει ξεπεραστεί, αλλά μάλλον βαθαίνει, μας κάνει να μιλάμε για μια γενικότερη οικονομική κρίση. Βέβαια οφείλουμε να μην παραβλέπουμε ότι στην Ελλάδα υπάρχουν ιδιαίτερες αιτίες, οι οποίες επέτρεψαν την τεράστια διόγκωση της κρίσης. Αν αναφερθούμε σε κάποιες από αυτές σίγουρα είναι η αναξιοκρατία με την πλήρη επικράτηση των κομματικών επιλογών και ταυτόχρονα την διόγκωση με εντελώς αντιπαραγωγικό τρόπο του Ελληνικού κράτους, η διαφθορά του Ελληνικού δημοσίου και φυσικά ως αποτέλεσμα αυτής η ανάπτυξη της οικονομίας με αδιαφανείς τρόπους, μέσα από υπόγειες διαδρομές του χρήματος, οι οποίες σπάνια αποκαλύπτονταν και σχεδόν ουδέποτε έφτασαν στην δικαιοσύνη.
Αναλογιζόμενοι την σύγχρονη οικονομική κρίση, θα μπορούσαμε να πούμε ότι μάλλον είναι αποτέλεσμα του σύγχρονου οικονομικού συστήματος, το οποίο έχει επικρατήσει σε παγκόσμιο επίπεδο, του Καπιταλισμού. Το σύγχρονο οικονομικό σύστημα έχει τις ρίζες της δημιουργίας του, στον 18ο αιώνα.
Τρείς κυρίως ήταν οι βασικοί παράγοντες για την δημιουργία και την ανάπτυξη του σημερινού οικονομικού συστήματος.
Ο πρώτος ήταν η βιομηχανική επανάσταση εκείνη την περίοδο, ιδιαίτερα στην Αγγλία. Ήδη πριν την ανακάλυψη της Αμερικής, οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης είχαν ριχτεί στο κυνήγι για την ίδρυση αποικιών. Η τεράστια εισροή πλούτου από τις αποικίες, δημιούργησε νέες δυνατότητες στις χώρες αυτές αλλά και ισχυρούς ανταγωνισμούς.
Η Ισπανία με την ανακάλυψη της Αμερικής και την καταλήστευση των εκεί λαών, έδειχνε να παίρνει το προβάδισμα για την επικράτησή της και στην Ευρώπη.
Τον 16ο αιώνα εμφανίστηκε ως πειρατής στον Ατλαντικό ο Άγγλος Francis Drake,
ο οποίος ληστεύοντας τα Ισπανικά πλοία, τα οποία μετέφεραν τον κλεμμένο χρυσό από τις Ισπανικές αποικίες της Αμερικής, έδινε το μεγαλύτερο μέρος αυτού, στην Βασίλισσα της Αγγλίας Ελισάβετ Α’ . Όταν ο Fr. Drake «νομιμοποιήθηκε», εντάχθηκε στον Αγγλικό ναυτικό, παίζοντας ουσιαστικό ρόλο στην καταστροφή της Ισπανικής αρμάδας στον Ατλαντικό το 1588. Με την τελική επικράτηση της η Αγγλία στον Ατλαντικό εις βάρος της Ισπανίας, απόκτησε την απαραίτητη ώθηση, και με την τεράστια εισροή πλούτου από τις αποικίες σε συνδυασμό με την τεχνολογική επανάσταση της εποχής, επήλθε και
η αποκαλούμενη βιομηχανική επανάσταση.
Ο δεύτερος παράγοντας υπήρξε η Γαλλική Επανάσταση. Τόσο ο Γαλλικός διαφωτισμός, όσο κι αυτή, καθ’ εαυτή η Επανάσταση έδωσαν την δυνατότητα σε μεγάλες μάζες ανθρώπων να απελευθερωθούν από την ασφυκτική εκμετάλλευση των φεουδαρχών.
Το εργατικό δυναμικό απόκτησε τότε την δυνατότητα να μπορεί να διαπραγματεύεται στοιχειωδώς την πώληση της εργασίας του και όπως ήταν φυσικό, στράφηκε προς την αναπτυσσόμενη βιομηχανία.
Ο τρίτος παράγοντας ήταν, η τότε μακρινή Επανάσταση για την ανεξαρτησία των αποίκων της Αμερικής, η οποία στην συνέχεια επέτρεψε την ίδρυση των Η.Π.Α. Η ίδρυση της χώρας αυτής, απελευθέρωσε οικονομικούς πόρους από τον ασφυκτικό έλεγχο της Βρετανικής Αυτοκρατορίας , δίνοντας έτσι και τεράστια ώθηση στην ανάπτυξη του παγκοσμίου εμπορίου, το οποίο και πήρε νέες πλέον διαστάσεις.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ
Την εποχή εκείνη διατυπώθηκε και η πρώτη οικονομική θεωρία. Το 1776 ο Άγγλος φιλόσοφος ADAM SMITH διατύπωσε την πρώτη οικονομική θεωρία μέσα από το έργο του «ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΦΥΣΗ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΙΤΙΕΣ ΤΟΥ ΠΛΟΥΤΟΥ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ». Μέσα από το έργο αυτό διατυπώθηκε κατ’ ουσίαν η θέση ότι στην οικονομία λειτουργεί ο κανόνας της «Προσφοράς και της Ζήτησης».
Με βάση αυτόν τον κανόνα μπορούν οι οικονομίες να λειτουργούν και να βρίσκουν την ισορροπία τους.
Την αντίληψη αυτή ήρθε να ανασκευάσει η δεύτερη οικονομική θεωρία, η οποία διατυπώθηκε μερικές δεκαετίες αργότερα. Ο Κάρλ Μάρξ με το μνημειώδες έργο του, «ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ» το οποίο άρχισε να γράφει από την δεκαετία του 1840 και ολοκλήρωσε αρκετά αργότερα, μελέτησε τις οικονομικές κρίσεις του καπιταλισμού και διατύπωσε την θεωρία ότι με τον κανόνα της προσφοράς και της ζήτησης όχι μόνο δεν επέρχεται ισορροπία στην οικονομία μιας κοινωνίας αλλά αντίθετα, τελικά επικρατούν οι οικονομικά ισχυρότερες δυνάμεις της κοινωνίας οι οποίες επιβάλλουν και τους νόμους τους. Στα πλαίσια αυτά μάλιστα συχνά αναπτύσσονται οι οικονομικοί ανταγωνισμοί, και ως αποτέλεσμα αυτών (των οικονομικών ανταγωνισμών) , δημιουργούνται οι οικονομικές κρίσεις και σε διεθνές μάλιστα επίπεδο κορυφώνονται με πολέμους. Στη Μαρξιστική θεωρία μάλιστα διατυπώθηκε ότι ο καπιταλισμός είναι συνυφασμένος με τις οικονομικές κρίσεις, οι οποίες είναι αποτέλεσμα κατ’ ουσίαν της αδυναμίας στα πλαίσια της καπιταλιστικής οικονομίας να καταναλωθούν τα παραγόμενα αγαθά, δηλ. η δημιουργία ανισορροπίας παραγωγής και κατανάλωσης. Μέσα από το Κομμουνιστικό κίνημα, γράφοντας το 1848 το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» διατύπωσε ως διέξοδο για την πλήρη απελευθέρωση του ανθρώπου την δημιουργία μιας νέας κοινωνίας με ένα νέο, ανώτερο οικονομικό σύστημα «τον Κομμουνισμό», όπου :
«ο άνθρωπός θα παράγει σύμφωνα με τις δυνατότητες του και θα καταναλώνει σύμφωνα με τις ανάγκες του». Βέβαια ως ένα προηγούμενο στάδιο, διατύπωσε την ανάγκη πριν την εφαρμογή του οικονομικού συστήματος του κομμουνισμού,
να προ - υπάρξει ένα νέο οικονομικό στάδιο ως προετοιμασία, ο Σοσιαλισμός όπου:
«δεν θα υπάρχει ιδιοκτησία, ιδιαίτερα στα μέσα παραγωγής», κι όπου:
«o κάθε εργαζόμενος θα αμείβεται αναλογικά με την προσφορά του και την εργασία του». Η ιστορική συνέχεια βέβαια δεν επιβράβευσε το ανωτέρω όραμα.
Η τρίτη πιο σημαντική οικονομική θεωρία διατυπώθηκε το 1936 από τον Βρετανό
JOHN M. KEYNES με το έργο του «Η ΓΕΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ, ΤΟΥ ΤΟΚΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ».
Αναζητώντας ο J. KEYNES την οικονομική αποτελεσματικότητα στα πλαίσια του Καπιταλισμού και την αλληλεπίδραση της προσφοράς και της ζήτησης στην εργασία,
τον περιορισμό της ακούσιας ανεργίας, υποστήριξε ότι είναι δυνατό, μέσω της κρατικής παρέμβασης να υπάρξει αύξηση της απασχόλησης, όχι όμως με την αύξηση των δημόσιων δαπανών, αλλά με την μεγέθυνση της οικονομίας, η οποία θα επέλθει ως αποτέλεσμα των δημόσιων επενδύσεων. (Ίσως ο J. KEYNES είχε υπόψη του και
το πείραμα της πόλης του Worgl στην Αυστρία, το οποίο είχε εφαρμόσει ο τότε Δήμαρχος Michael Unterguggenberger (Μίκαελ Ούντεργκέγκενμπέργκερ) το 1932).
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ του 20ου ΑΙΩΝΑ
Στηριζόμενες στην θεωρία του J. KEYNES, πολλές χώρες εφάρμοσαν την ανάλογη πολιτική, ειδικότερα στην Δυτική Ευρώπη, ιδιαίτερα μετά τον 2ο Παγκόσμιο πόλεμο. Στην λογική αυτή στηρίχθηκε και η ίδρυση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (Δ.Ν.Τ). Μάλιστα, φάνηκε ότι η εφαρμοσμένη πολιτική αυτής της θεωρίας να λειτουργεί για μεγάλο διάστημα, έχοντας μάλιστα την δυνατότητα να απορροφά τις οικονομικές κρίσεις. Πιο χαρακτηριστική περίπτωση ήταν, το ξεπέρασμα της παγκόσμιας ενεργειακής κρίσης του 1973. Μάλιστα στα πλαίσια της οικονομικής ανάπτυξης των καπιταλιστικών χωρών, όταν δεν υπήρχαν καταναλωτικές ανάγκες, αυτές εφευρίσκονταν ώστε να μπορεί να λειτουργεί το σύστημα. Σε παγκόσμιο επίπεδο χαρακτηριστικότερη περίπτωση αυτού, ήταν το κυνήγι των εξοπλισμών. Το κυνήγι των εξοπλισμών εκτός από στοιχείο κυριαρχίας και επιβολής απέναντι στους αντιπάλους, λειτούργησε και ως σοβαρό παραγωγικό στοιχείο κάθε χώρας, η οποία είχε την δυνατότητα αυτή και την δημιουργία θέσεων εργασίας. Το κυνήγι των εξοπλισμών βέβαια επιβάρυνε πάντα τις κοινωνίες,
οι οποίες φυσικά θα είχαν «την ανάγκη» να κατέχουν όπλα.
Με βάση τις ανωτέρω τρεις οικονομικές θεωρίες, αναπτύχθηκαν πάμπολλες ακόμη οικονομικές θεωρίες και απόψεις. Από την δεκαετία όμως του 1970, αναπτύχθηκε μια νέα οικονομική θεωρία, του Μονεταρισμού, η οποία έχει κυρίως την αναφορά της στην θεωρία του A. SMITH. Η θεωρία αυτή αναπτύχθηκε στα πανεπιστήμια του Σικάγο από τον καθηγητή Μίλτον Φρίντμαν, μαθητή του καθηγητή Φρίντριχ Χάγεκ, ο οποίος με την σειρά του υπήρξε ιδεολογικός αντίπαλος του J. KEYNES. Η θεωρία αυτή στην χώρα μας είναι γνωστή ως Νέο- Φιλελεύθερη οικονομική πολιτική. Εκμεταλλεύεται έτσι και ως όνομα, την ανάγκη πολιτικής φιλελευθεροποίησης των ανθρώπων και των κοινωνιών. Η εφαρμογή όμως αυτής της οικονομικής πολιτικής, έγινε πρώτα στην Χιλή από την χούντα του Πινοσέτ, με τελικό αποτέλεσμα την πώληση και των συνολικών αποθεμάτων ύδατος της χώρας, το οποίο αντιμετωπίστηκε ως εμπόρευμα κι όχι ως αγαθό. Τελικά αυτή η οικονομική πολιτική, επικράτησε ιδεολογικά σε διεθνές επίπεδο, εφαρμόζεται από τις περισσότερες κυβερνήσεις παγκοσμίως. Βασικό επιχείρημα αυτής της ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής είναι ότι, η ανάπτυξη των οικονομιών έρχεται μέσω του ελεύθερου ανταγωνισμού, ο οποίος έχει ως τελικό αποτέλεσμα την «αυτορύθμιση» της οικονομίας. Έτσι όμως αποσιωπάτε ότι ως τελικό αποτέλεσμα δεν έχουμε την αποκαλούμενη «αυτορύθμιση» αλλά την επικράτηση των οικονομικά ισχυρότερων, οι οποίοι και τελικά επιβάλλουν τους δικούς τους νόμους στην οικονομία, αλλά και να περιφρονούν σε πολλές περιπτώσεις νόμους και θεσμούς.
Τέτοια χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι το σκάνδαλο της ENRON αλλά και της LEHMAN BRATΗERS στις ΗΠΑ. Ως αποτέλεσμα αυτής της οικονομικής πολιτικής, τελικά έχουμε ως κατάληξη την κυριαρχία των ισχυρότερων οικονομικά στοιχείων στις κοινωνίες, οι οποίες περιορίζουν διαρκώς τις οικονομικές δυνατότητες των μεγαλύτερων τμημάτων των κοινωνιών, με σκοπό να ικανοποιήσουν την διάθεσή τους για αύξηση των κερδών τους, ώστε κι αυτοί, να ανταπεξέλθουν στους δικούς τους εσωτερικούς ανταγωνισμούς. Το γεγονός όμως αυτό είναι που δημιουργεί τις συνθήκες για την απαρχή των οικονομικών κρίσεων. Η οικονομική συμπίεση των μεγάλων κοινωνικών ομάδων, περιορίζει και την κατανάλωση, δημιουργεί συνθήκες για την αδυναμία απορρόφησης των παραγόμενων προϊόντων και τελικά οδηγούμαστε στην οικονομική κρίση.
Φθάνουμε στο σημείο που διατυπώνεται από την Μαρξιστική θεωρία, ότι:
«ο καπιταλισμός οδηγείται στην οικονομική κρίση, όταν παράγονται τόσα αγαθά, τα οποία δεν μπορούν να καταναλωθούν».
Βέβαια με την διαρκή ανάπτυξη ως αποτέλεσμα νέων πλουτοπαραγωγικών δυνατοτήτων κυρίως των ενεργειακών, αλλά και, της επιστημονικής και τεχνολογικής εξέλιξης, ιδιαίτερα μετά την δεκαετία του ΄70, δόθηκε η δυνατότητα στις ισχυρότερες οικονομικές δυνάμεις να απελευθερωθούν ως ένα βαθμό από τις κλασικές παραγωγικές δυνάμεις. Άρχισαν να λειτουργούν με μεγαλύτερη ταχύτητα και μετά την πτώση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», σε ευρύτερο χώρο. Αυτό μπόρεσε να γίνει δυνατό, μέσω της ραγδαίας ανάπτυξης του τραπεζικού συστήματος, το οποίο επικράτησε σε παγκόσμιο επίπεδο βοηθώντας έτσι την ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου αλλά και των χρηματιστηριακών αξιών (άσχετα με τα χρηματιστηριακά παιχνίδια), καθώς και των άϋλων τίτλων
(π.χ. Εμπορικές ή δανειακές συμβάσεις, επενδυτικές συμβάσεις ή επενδυτικά προγράμματα κ.λ.π). Οι άϋλοι αυτοί τίτλοι, είναι δυνατόν να έχουν εμπορικό αντίκρισμα, αλλά και νομισματικό ή χρηματιστηριακό. Τελικά οι άϋλοι αυτοί τίτλοι καθίστανται εμπορεύσιμες αξίες, λαμβάνοντας από μόνες τους τιμές, υπερβαίνουν την νομισματική τους τιμή και ανάλογα με τις προσδοκίες ή την χειραγώγηση τους, διαμορφώνονται οι τιμές τους. Τελικά διαμορφώθηκαν οικονομικά συνθήκες σε παγκόσμιο επίπεδο, όπου
ο καπιταλισμός έχει οδηγηθεί σ’ ένα νέο στάδιο, και οι κεφαλαιακές τιμές (όχι αξίες), απελευθερώνονται από την κλασική παραγωγική τους βάση, αυτονομούνται και κινούνται με ιλιγγιώδη πια ταχύτητα για τα δεδομένα άλλων εποχών, στον παγκόσμιο οικονομικό χώρο, καθορίζοντας ολοένα και περισσότερο και με μεγαλύτερη διαρκώς ισχύ τα παγκόσμια οικονομικά δεδομένα. Όπως είναι φυσικό το χρηματό - πιστωτικό σύστημα αποτελεί για μια ακόμη φορά, τον κορμό σ’ αυτή την εξέλιξη του καπιταλισμού και καθορίζει ολοένα και περισσότερο την παγκόσμια λειτουργία του. Στο στάδιο αυτό θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι οι ισχυρότερες οικονομικές δυνάμεις του καπιταλισμού ενδιαφέρονται μαζί με τον ενεργειακό έλεγχο πλέον και για τον πιστωτικό έλεγχο ή πιο κοινά, για τον έλεγχο των χρεών, απ΄ ότι τον εμπορικό έλεγχο, ακόμη και από τον έλεγχο των εξοπλισμών. Φαίνεται ότι σ’ αυτό το στάδιο ακόμη και
οι Η.Π.Α βρίσκονται σε θέση αδυναμίας, λόγω της τεράστιας διόγκωσης των κρατικών δανείων της. Και παρ΄ όλο τον τεράστιο πλούτο που διαθέτουν οι ισχυρές οικονομικές δυνάμεις αυτής της χώρας, το κράτος αδυνατεί να αποκομίσει έσοδα απ’ αυτούς ώστε να ανταπεξέλθει στον δανεισμό του.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ και ΕΛΛΑΔΑ
Η οικονομική κρίση βέβαια της Ελλάδας είναι αποτέλεσμα και των δικών της εσωτερικών προβλημάτων, και εξ αιτίας αυτών βρέθηκε αδύναμη απέναντι στην διεθνή κρίση, η οποία ξεκίνησε από τις ΗΠΑ το 2008. Η οικονομική κρίση στις ΗΠΑ βέβαια ήταν αποτέλεσμα της απληστίας ορισμένων χρήματο -οικονομικών εταιρειών, οι οποίες εκμεταλλευτήκαν παρανομώντας τεράστια ποσά, και τα οποία τελικά ζητήθηκε να καλυφθούν από το Αμερικάνικο δημόσιο. Στην Ελλάδα το μεγαλύτερο κομμάτι της οικονομίας διαχρονικά στηρίχθηκε στις διαθέσεις της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας, από τις θέσεις εργασίας του δημοσίου έως τα δημόσια έργα και τις προμήθειες για την λειτουργία του δημοσίου. Το ευκαιριακό αυτό στοιχείο στην λειτουργία της οικονομίας, λειτούργησε αποτρεπτικά και στην εσωτερική συσσώρευση πλούτου στην χώρα μας. Είναι διαρκές το φαινόμενο της διαφυγής κεφαλαίων από τη χώρα μας (με εξαίρεση ίσως και εν μέρει, την δεκαετία του 1990).
Το ερώτημα είναι πώς μπορεί μια χώρα να ανταπεξέλθει στις οικονομικές κρίσεις.
Από τότε που ο άνθρωπος αισθάνθηκε την ανάγκη να αποτελέσει κοινωνικό όν, οργάνωσε την ζωή του δημιούργησε τις οργανωμένες κοινωνίες , τους θεσμούς, τα κράτη κ.λ.π, μέσα από αντιθέσεις, αντιφάσεις, πολέμους φθάνοντας όμως στην σημερινή οργάνωση των κοινωνιών του. Άραγε είναι προτιμότερο να αφεθούν οι κοινωνίες να αυτορυθμιστούν ή μήπως είναι αναγκαίο μέσω των θεσμών που έχουν να παρέμβουν, κι αν είναι απαραίτητο να εξελίξουν τους θεσμούς τους, ώστε να ξεπεραστούν οι κρίσεις? Και άραγε, ποιος τρόπος μπορεί να υπάρξει; Όσο κι αν φαίνεται κοινότυπο η λύση μάλλον δεν βρίσκεται, με τον περιορισμό των οικονομικών δυνατοτήτων της κοινωνίας, αλλά με την οικονομική πρόοδο αυτών και την περαιτέρω, δημιουργία και συσσώρευση κοινωνικού πλούτου. Για να είναι δυνατό αυτό, μάλλον είναι απαραίτητο ένα σημαντικό ποσό του παραγόμενου πλούτου, να δεσμεύεται υπέρ της κοινωνίας και αυτό φυσικά απαιτεί την ανάλογη πολιτική βούληση, η οποία βέβαια απορρέει από τις διαθέσεις και απαιτήσεις των κοινωνιών. Οι επιστημονικές και τεχνολογικές κατακτήσεις, ιδιαίτερα το 2ο μισό του 20ου αιώνα έδωσε την δυνατότητα οι κοινωνίες να ευημερήσουν.
Η διανομή του πλούτου όμως γινόταν όλο και περισσότερο ανισομερώς με αποτέλεσμα μεγάλα τμήματα των αναπτυγμένων κοινωνιών για να κατακτήσουν ή και για να διατηρήσουν το προσφερόμενο επίπεδο ζωής κατέφυγαν στο δανεισμό. Στην πολιτική του δανεισμού κατέφυγαν και οι περισσότερες αναπτυγμένες χώρες. Έτσι δόθηκε η δυνατότητα ο καπιταλισμός να λειτουργήσει, αποφεύγοντας τις οικονομικές κρίσεις, ιδιαίτερα τα τελευταία 30-40 χρόνια. Μόνο που ενώ ο δανεισμός στα πλαίσια της οικονομίας όταν τηρούνται ορισμένοι κανόνες, είναι δυνατόν να αποτελέσει στοιχείο προόδου, όταν υπερβαίνει τα όρια, λειτουργεί καταστροφικά, στην απομείωση των περιουσιών και την υποδούλωση των δανειζόμενων. Η χειρότερη μορφή σκλαβιάς ανθρώπου, αποτελεί η υποδούλωση λόγω δανείων, γιατί εμπεριέχει και το στοιχείο της εθελούσιας υποταγής.
Το ζήτημα είναι στην δεδομένη στιγμή που βρίσκεται η Ελλάδα υπάρχει άραγε κάποια λύση; To βασικό είναι ότι η κρίση αφορά πολύ περισσότερες χώρες. Αν μπορεί να αναζητηθεί μια λύση, αυτή δεν μπορεί να μην έχει σχέση και με άλλες χώρες, ιδιαίτερα της Ε.Ε. . Ο Ελληνικός λαός δεν πρέπει να τρέφει αυταπάτες, ότι δεν θα πληρώσει τον «λογαριασμό». Το θέμα είναι πως θα μαζέψει «τα κομμάτια του», ώστε να δώσει μέλλον στα παιδιά του και να μην τα οδηγήσει στην εξαθλίωση ή τον εξανδραποδισμό.
Στο οικονομικό πλαίσιο, για να ερευνήσουμε κάποια κατ’ αρχή λύση, μάλλον θα πρέπει να ακολουθηθεί η «μυρουδιά του χρήματος». Η μεγαλύτερη φορολόγηση των όποιων κεφαλαίων και κερδοφόρων επιχειρήσεων διασώζονται εντός της χώρας ακόμα μπορεί να βοηθήσει σε ένα μικρό βαθμό. Έτσι κι αλλιώς το επιχείρημα ότι η ελάφρυνση της άμεσης φορολογίας, λειτουργεί αναπτυξιακά φάνηκε γλαφυρά στην χώρα μας μετά το 2000, που ενώ έπεφταν οι συντελεστές φορολογίας των επιχειρήσεων, παράλληλα όχι μόνο δεν είχαμε μεγαλύτερη ανάπτυξη, άλλα είχαμε και μείωση στον ρυθμό ανάπτυξης. Η αύξηση των συντελεστών φορολογίας στις επιχειρήσεις με παράλληλη μείωση των ποσοστών της έμμεσης φορολογίας (π.χ. Φ.Π.Α) δεν λειτουργούν μόνο περισσότερο υπέρ των μεγαλυτέρων στρωμάτων της κοινωνίας, αλλά και υπέρ της οικονομικής ανάπτυξης, εφόσον η μείωση των συντελεστών της έμμεσης φορολογίας λειτουργεί θετικά στο εισόδημα της κοινωνίας, βοηθά την κατανάλωση, την ζήτηση και τελικά την ανάπτυξη. Αντίθετα η μείωση των συντελεστών της άμεσης φορολογίας, βοηθά στην συσσώρευση του πλούτου ολοένα και περισσότερο σε λιγότερα χέρια, στην αργή κυκλοφορία του χρήματος, και τελικά καταλήγει στην ύφεση της οικονομίας.
Παράλληλα η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, είναι πάντα το ζητούμενο. Αυτό όμως έχει να κάνει με την πρόθεση της οποιασδήποτε εξουσίας, και την θέληση της να πολεμήσει τις ίδιες της τις σάρκες ώστε να κάνει πρώτα την αυτοκάθαρση της και στην συνέχεια να πείσει αλλά και να επιβάλει την φορολογική συνείδηση στα μεγαλύτερα τμήματα της κοινωνίας.
Στην δεδομένη περίοδο βέβαια που βρίσκεται η Ελλάδα, αυτά σίγουρα δεν αρκούν.
Η άποψη για αποχώρηση από την Ε. Ε μήπως φέρει την χώρα κάποιες δεκαετίες πίσω; Την ώρα που ανοίγουν τα σύνορα των χωρών παγκοσμίως για τους περισσότερους λαούς, το να τα κλείσει η Ελλάδα, μάλλον ακούγεται ως φοβικό σύνδρομο.
Επίσης η αποχώρηση από το Ευρώ, το πιθανότερο είναι να οδηγήσει, με ακόμη πιο ραγδαίο ρυθμό στην μείωση εισοδημάτων, την απομείωση αλλά και καταστροφή περιουσιών, την πιθανή έλλειψη βασικών αγαθών για μεγάλα τμήματα της κοινωνίας (π.χ. φάρμακα) και τελικά στην δυνατότητα για όσους έχουν κάνει εξαγωγή των κεφαλαίων τους, να τα επαναφέρουν στο εσωτερικό και να τα επενδύσουν με τους πιο ευνοϊκούς όρους. Βέβαια πολλά από τα ανωτέρω μπορούν να συμβούν και με τις τρέχουσες συνθήκες, μόνο που ίσως έτσι, αποφευχθούν οι πιο ακραίες και βίαιες συνθήκες. Ακούγεται ίσως ως μοναδική η λύση να βρίσκεται στα πλαίσια της Ε. Ε.
Το ζήτημα είναι, με ποιες προϋποθέσεις θα δοθεί η λύση; Η απομείωση των δανείων (τo λεγόμενο κούρεμα), τι θα είναι και ποιους θα επιβαρύνει; Ένα μέρος σίγουρα θα επιβαρύνει τις Ελληνικές τράπεζες και τα Ασφαλιστικά ταμεία της χώρας μας. Μάλιστα, αυτοί οι οποίοι θα επιβαρυνθούν λιγότερο μάλλον θα είναι η Γερμανία και οι τράπεζες της. Γιατί άραγε δεν ερευνήθηκε από την αρχή η νομιμότητα όλων των δανείων της χώρας; Γιατί δεν ερευνήθηκε η νομιμότητα των δανείων της χώρας που είχαν σχέση με εξοπλισμούς και προμήθειες, την στιγμή μάλιστα που βοά όλη η κοινωνία για διαφθορά σε ότι έχει σχέση με τα ανωτέρω; Μήπως τελικά το λεγόμενο «κούρεμα» αποτελέσει ακόμα μια μεγαλύτερη και θεσμοθετημένη πια από την Ε.Ε. επιβάρυνση του Ελληνικού λαού; Μία ενδεχόμενη λύση θα ήταν ίσως οι χρηματοδοτήσεις των χωρών του ΕΥΡΩ αλλά και γενικότερα της Ε.Ε να γίνονται σχεδιασμένα και θεσμικά από την Ε.Ε ώστε να επιτυγχάνεται ευνοϊκότερα επιτόκια (μια μορφή αυτών είναι τα λεγόμενα Ευρω-ομόλογα), και έτσι μέσω αυτών οι χώρες που χρειάζονται δάνεια να επιτυγχάνουν καλύτερα επιτόκια.
Το ερώτημα όμως είναι γιατί να δεχθεί κάτι τέτοιο η Γερμανία, η μόνη ίσως που δεν ευνοείται από κάτι τέτοιο, κι η οποία μάλιστα αποκομίζει κέρδη από την κρίση χρέους των άλλων χωρών. Βέβαια η οικονομική κρίση μακροπρόθεσμα ίσως επηρεάσει τις εξαγωγές της. Αλλά για μια άλλη φορά φαίνεται ότι ο καπιταλισμός έχει στραφεί στο κυνήγι του βραχυπρόθεσμου κέρδους. Άραγε έχουμε μια ακόμα αντίφαση του καπιταλισμού ή μέσα από το άμεσο κέρδος και αποτέλεσμα, η Γερμανία κατακτά καλύτερες θέσεις στο παγκόσμιο οικονομικό παιχνίδι; Αν βέβαια ισχύει το τελευταίο, το οποίο είναι πιθανό, θα μπορούσαμε να πούμε ότι θα ήταν μάλλον λάθος της Γερμανίας να σπρώξει την Ελλάδα εκτός ΕΥΡΩ και Ε.Ε. λόγω της γεω-στρατηγικής θέσης της χώρας μας. Ένα στοιχείο, το οποίο φυσικά αποτελεί στρατηγικό πλεονέκτημα της χώρας, κι απ΄ ότι φαίνεται όχι αρκούντως αξιοποιήσιμο. Ή μήπως η Γερμανία ενδιαφέρεται πια περισσότερο, για την ακόμη μεγαλύτερη ενίσχυση της στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, ώστε να έλθει άμεσα στην κορυφή των χωρών που διαθέτουν κεφαλαιακές αξίες;
Η αναδιάρθρωση του Ελληνικού χρέους φαίνεται ως αναπόφευκτη. Το ερώτημα είναι με ποιους όρους; Το σίγουρο είναι ότι μια χώρα δεν μπορεί να αναπτυχθεί, αν δεν ευημερεί η κοινωνία της. Για να είναι δυνατό να συμβεί αυτό, είναι απαραίτητο η κοινωνία από την παραγωγική της δύναμη να δημιουργεί πλούτο, να γίνεται συσσώρευση του παραγόμενου πλούτου κι αυτός ο πλούτος τελικά να αποτελεί κοινωνικό αγαθό. Φυσικά είναι απαραίτητο να διαχωρίζεται το κοινωνικό αγαθό
(πχ.. Παιδεία, Υγεία, Επενδύσεις στην έρευνα και τις επιστήμες, κλπ…) από την άκριτη διανομή εισοδήματος σε κοινωνικές ομάδες ή άτομα (στοιχείο μάλλον διαφθοράς).
Το τελευταίο όπως μας διδάσκει η εμπειρία της χώρας μας, τελικά δημιουργεί τις συνθήκες όχι μόνο κατασπατάλησης του όποιου παραγόμενου κοινωνικού πλούτου, αλλά και υποθηκεύει το μέλλον της ίδιας της κοινωνίας.
Στην δεδομένη στιγμή που βρίσκεται η χώρα μας, φαίνεται να βρίσκεται σε αδιέξοδο και να είναι υποχρεωμένη να ακολουθεί τα κελεύσματα των δανειστών της. Σε κάθε περίπτωση όμως είναι υποχρεωμένη να διαφυλάξει τον όποιον συσσωρευμένο κοινωνικό πλούτο διαθέτει, κι όχι να τον εκποιήσει «αντί πινακίου φακής».
Η λύση δεν μπορεί παρά να είναι πολιτική. Και δεν φαίνεται ότι μπορεί να είναι εκτός Ε.Ε και ΕΥΡΩ. Την στιγμή που η οικονομική κρίση αγκαλιάζει το μεγαλύτερο τμήμα της Ε.Ε , ιδιαίτερα τον Ευρωπαϊκό νότο αλλά αρχίζει να αγγίζει και την Γαλλία με το Βέλγιο θα ήταν ανόητο να υπάρχει η επιμονή, οι λύσεις να δίνονται από τις κατά τόπου χώρες. Δεν μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι η Ευρώπη είναι μια φτωχή περιοχή.
Απλά χρειάζονται δυο πράγματα να γίνουν.
Να γίνει αναδιοργάνωση ορισμένων χωρών, ιδιαίτερα στους κρατικούς μηχανισμούς ώστε να μην σπαταλώνται οι δημόσιοι και κοινωνικοί πόροι, πολύ περισσότερο να διαφυλάσσονται από την εκμετάλλευση αλλά και κατάχρηση της «Νομενκλατούρας» (δηλ. της πολιτικής και κρατικής γραφειοκρατίας), η οποία αναπτύσσεται στα πλαίσια της Ε.Ε αλλά και των κρατών αυτής.
Επίσης η εξεύρεση πόρων τόσο από την Ε.Ε όσο και από τις επί μέρους χώρες. Αυτό φυσικά μπορεί να γίνει κατ’ αρχήν με την άμεση φορολόγηση του υπάρχοντος πλούτου. Με την ελάφρυνση των έμμεσων φόρων ( ιδιαίτερα στην Ελλάδα), ώστε να ελαφρυνθούν τα πλατύτερα στρώματα της κοινωνίας. Στοιχείο αύξησης της κατανάλωσης, άρα και εν δυνάμει και της παραγωγικής ανάπτυξης. Βέβαια αυτό φαίνεται να φέρνει σε αντίθεση πολλές χώρες μεταξύ τους, οι οποίες αλλά ανάγκες και προτεραιότητες αλλά και πολιτικές επιλογές.
Στα πλαίσια αυτά τοποθετείται και το ερώτημα της πολιτικής επιλογής όλων των χωρών ιδιαίτερα αυτών του ΕΥΡΩ. Αν είναι προτιμότερο και εξυπηρετούνται τα συμφέροντα των λαών τους εντός του ΕΥΡΩ ή όχι. Αν όχι τότε ίσως βρεθούμε στο σημείο, όπου το καλύτερο σενάριο να υπάρχει κάποια Ε.Ε με δυο νομίσματα, ένα για την βόρεια Ευρώπη κι ένα για τη νότια. Μόνο που κάτι τέτοιο ίσως αγγίξει και την Γαλλία. Αλλά και μόνο η Ιταλία με την Ισπανία εκτός ΕΥΡΩ, πόσο αυτό βοηθάει την Ε.Ε. αλλά και την ανάπτυξη του Ευρωπαϊκού βορά; Βέβαια ίσως βγάλουν από το ΕΥΡΩ μόνο την Ελλάδα, άντε και την Πορτογαλία. Αλλά πόσο αυτό εξυπηρετεί, λαμβάνοντας υπόψη την γεω - στρατηγική θέση της Ελλάδας;
Π.χ. γιατί μετά η Ελλάδα θα είναι αναγκασμένη να παρακρατά στα εδάφη της, τους
εξ ανατολής λαθρο – μετανάστες;
Σε κάθε περίπτωση αυτό το οποίο φαίνεται ότι μπορεί να αποτελέσει διέξοδος και να αποτελέσει λύση όχι μόνο για την Ελληνική κοινωνία αλλά, για το σύνολο των Ευρωπαϊκών κοινωνιών, είναι ολοένα και μεγαλύτερο τμήμα του παραγόμενου Ευρωπαϊκού πλούτου να γίνεται κοινωνικό αγαθό κι όχι ιδιωτικός πλούτος. Αυτό βέβαια αποτελεί διαφορετικές πολιτικές επιλογές των Ευρωπαϊκών λαών κι όχι επιλογές,
οι οποίες υπηρετούν την νέο- φιλελεύθερη λογική στην οικονομική πολιτική.
Αυτό βέβαια επαφίεται τελικά όπως είναι και φυσικό, στις επιλογές των λαών της Ευρώπης.
Αναλογιζόμενοι την σύγχρονη οικονομική κρίση, θα μπορούσαμε να πούμε ότι μάλλον είναι αποτέλεσμα του σύγχρονου οικονομικού συστήματος, το οποίο έχει επικρατήσει σε παγκόσμιο επίπεδο, του Καπιταλισμού. Το σύγχρονο οικονομικό σύστημα έχει τις ρίζες της δημιουργίας του, στον 18ο αιώνα.
Τρείς κυρίως ήταν οι βασικοί παράγοντες για την δημιουργία και την ανάπτυξη του σημερινού οικονομικού συστήματος.
Ο πρώτος ήταν η βιομηχανική επανάσταση εκείνη την περίοδο, ιδιαίτερα στην Αγγλία. Ήδη πριν την ανακάλυψη της Αμερικής, οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης είχαν ριχτεί στο κυνήγι για την ίδρυση αποικιών. Η τεράστια εισροή πλούτου από τις αποικίες, δημιούργησε νέες δυνατότητες στις χώρες αυτές αλλά και ισχυρούς ανταγωνισμούς.
Η Ισπανία με την ανακάλυψη της Αμερικής και την καταλήστευση των εκεί λαών, έδειχνε να παίρνει το προβάδισμα για την επικράτησή της και στην Ευρώπη.
Τον 16ο αιώνα εμφανίστηκε ως πειρατής στον Ατλαντικό ο Άγγλος Francis Drake,
ο οποίος ληστεύοντας τα Ισπανικά πλοία, τα οποία μετέφεραν τον κλεμμένο χρυσό από τις Ισπανικές αποικίες της Αμερικής, έδινε το μεγαλύτερο μέρος αυτού, στην Βασίλισσα της Αγγλίας Ελισάβετ Α’ . Όταν ο Fr. Drake «νομιμοποιήθηκε», εντάχθηκε στον Αγγλικό ναυτικό, παίζοντας ουσιαστικό ρόλο στην καταστροφή της Ισπανικής αρμάδας στον Ατλαντικό το 1588. Με την τελική επικράτηση της η Αγγλία στον Ατλαντικό εις βάρος της Ισπανίας, απόκτησε την απαραίτητη ώθηση, και με την τεράστια εισροή πλούτου από τις αποικίες σε συνδυασμό με την τεχνολογική επανάσταση της εποχής, επήλθε και
η αποκαλούμενη βιομηχανική επανάσταση.
Ο δεύτερος παράγοντας υπήρξε η Γαλλική Επανάσταση. Τόσο ο Γαλλικός διαφωτισμός, όσο κι αυτή, καθ’ εαυτή η Επανάσταση έδωσαν την δυνατότητα σε μεγάλες μάζες ανθρώπων να απελευθερωθούν από την ασφυκτική εκμετάλλευση των φεουδαρχών.
Το εργατικό δυναμικό απόκτησε τότε την δυνατότητα να μπορεί να διαπραγματεύεται στοιχειωδώς την πώληση της εργασίας του και όπως ήταν φυσικό, στράφηκε προς την αναπτυσσόμενη βιομηχανία.
Ο τρίτος παράγοντας ήταν, η τότε μακρινή Επανάσταση για την ανεξαρτησία των αποίκων της Αμερικής, η οποία στην συνέχεια επέτρεψε την ίδρυση των Η.Π.Α. Η ίδρυση της χώρας αυτής, απελευθέρωσε οικονομικούς πόρους από τον ασφυκτικό έλεγχο της Βρετανικής Αυτοκρατορίας , δίνοντας έτσι και τεράστια ώθηση στην ανάπτυξη του παγκοσμίου εμπορίου, το οποίο και πήρε νέες πλέον διαστάσεις.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ
Την εποχή εκείνη διατυπώθηκε και η πρώτη οικονομική θεωρία. Το 1776 ο Άγγλος φιλόσοφος ADAM SMITH διατύπωσε την πρώτη οικονομική θεωρία μέσα από το έργο του «ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΦΥΣΗ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΙΤΙΕΣ ΤΟΥ ΠΛΟΥΤΟΥ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ». Μέσα από το έργο αυτό διατυπώθηκε κατ’ ουσίαν η θέση ότι στην οικονομία λειτουργεί ο κανόνας της «Προσφοράς και της Ζήτησης».
Με βάση αυτόν τον κανόνα μπορούν οι οικονομίες να λειτουργούν και να βρίσκουν την ισορροπία τους.
Την αντίληψη αυτή ήρθε να ανασκευάσει η δεύτερη οικονομική θεωρία, η οποία διατυπώθηκε μερικές δεκαετίες αργότερα. Ο Κάρλ Μάρξ με το μνημειώδες έργο του, «ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ» το οποίο άρχισε να γράφει από την δεκαετία του 1840 και ολοκλήρωσε αρκετά αργότερα, μελέτησε τις οικονομικές κρίσεις του καπιταλισμού και διατύπωσε την θεωρία ότι με τον κανόνα της προσφοράς και της ζήτησης όχι μόνο δεν επέρχεται ισορροπία στην οικονομία μιας κοινωνίας αλλά αντίθετα, τελικά επικρατούν οι οικονομικά ισχυρότερες δυνάμεις της κοινωνίας οι οποίες επιβάλλουν και τους νόμους τους. Στα πλαίσια αυτά μάλιστα συχνά αναπτύσσονται οι οικονομικοί ανταγωνισμοί, και ως αποτέλεσμα αυτών (των οικονομικών ανταγωνισμών) , δημιουργούνται οι οικονομικές κρίσεις και σε διεθνές μάλιστα επίπεδο κορυφώνονται με πολέμους. Στη Μαρξιστική θεωρία μάλιστα διατυπώθηκε ότι ο καπιταλισμός είναι συνυφασμένος με τις οικονομικές κρίσεις, οι οποίες είναι αποτέλεσμα κατ’ ουσίαν της αδυναμίας στα πλαίσια της καπιταλιστικής οικονομίας να καταναλωθούν τα παραγόμενα αγαθά, δηλ. η δημιουργία ανισορροπίας παραγωγής και κατανάλωσης. Μέσα από το Κομμουνιστικό κίνημα, γράφοντας το 1848 το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» διατύπωσε ως διέξοδο για την πλήρη απελευθέρωση του ανθρώπου την δημιουργία μιας νέας κοινωνίας με ένα νέο, ανώτερο οικονομικό σύστημα «τον Κομμουνισμό», όπου :
«ο άνθρωπός θα παράγει σύμφωνα με τις δυνατότητες του και θα καταναλώνει σύμφωνα με τις ανάγκες του». Βέβαια ως ένα προηγούμενο στάδιο, διατύπωσε την ανάγκη πριν την εφαρμογή του οικονομικού συστήματος του κομμουνισμού,
να προ - υπάρξει ένα νέο οικονομικό στάδιο ως προετοιμασία, ο Σοσιαλισμός όπου:
«δεν θα υπάρχει ιδιοκτησία, ιδιαίτερα στα μέσα παραγωγής», κι όπου:
«o κάθε εργαζόμενος θα αμείβεται αναλογικά με την προσφορά του και την εργασία του». Η ιστορική συνέχεια βέβαια δεν επιβράβευσε το ανωτέρω όραμα.
Η τρίτη πιο σημαντική οικονομική θεωρία διατυπώθηκε το 1936 από τον Βρετανό
JOHN M. KEYNES με το έργο του «Η ΓΕΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ, ΤΟΥ ΤΟΚΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ».
Αναζητώντας ο J. KEYNES την οικονομική αποτελεσματικότητα στα πλαίσια του Καπιταλισμού και την αλληλεπίδραση της προσφοράς και της ζήτησης στην εργασία,
τον περιορισμό της ακούσιας ανεργίας, υποστήριξε ότι είναι δυνατό, μέσω της κρατικής παρέμβασης να υπάρξει αύξηση της απασχόλησης, όχι όμως με την αύξηση των δημόσιων δαπανών, αλλά με την μεγέθυνση της οικονομίας, η οποία θα επέλθει ως αποτέλεσμα των δημόσιων επενδύσεων. (Ίσως ο J. KEYNES είχε υπόψη του και
το πείραμα της πόλης του Worgl στην Αυστρία, το οποίο είχε εφαρμόσει ο τότε Δήμαρχος Michael Unterguggenberger (Μίκαελ Ούντεργκέγκενμπέργκερ) το 1932).
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ του 20ου ΑΙΩΝΑ
Στηριζόμενες στην θεωρία του J. KEYNES, πολλές χώρες εφάρμοσαν την ανάλογη πολιτική, ειδικότερα στην Δυτική Ευρώπη, ιδιαίτερα μετά τον 2ο Παγκόσμιο πόλεμο. Στην λογική αυτή στηρίχθηκε και η ίδρυση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (Δ.Ν.Τ). Μάλιστα, φάνηκε ότι η εφαρμοσμένη πολιτική αυτής της θεωρίας να λειτουργεί για μεγάλο διάστημα, έχοντας μάλιστα την δυνατότητα να απορροφά τις οικονομικές κρίσεις. Πιο χαρακτηριστική περίπτωση ήταν, το ξεπέρασμα της παγκόσμιας ενεργειακής κρίσης του 1973. Μάλιστα στα πλαίσια της οικονομικής ανάπτυξης των καπιταλιστικών χωρών, όταν δεν υπήρχαν καταναλωτικές ανάγκες, αυτές εφευρίσκονταν ώστε να μπορεί να λειτουργεί το σύστημα. Σε παγκόσμιο επίπεδο χαρακτηριστικότερη περίπτωση αυτού, ήταν το κυνήγι των εξοπλισμών. Το κυνήγι των εξοπλισμών εκτός από στοιχείο κυριαρχίας και επιβολής απέναντι στους αντιπάλους, λειτούργησε και ως σοβαρό παραγωγικό στοιχείο κάθε χώρας, η οποία είχε την δυνατότητα αυτή και την δημιουργία θέσεων εργασίας. Το κυνήγι των εξοπλισμών βέβαια επιβάρυνε πάντα τις κοινωνίες,
οι οποίες φυσικά θα είχαν «την ανάγκη» να κατέχουν όπλα.
Με βάση τις ανωτέρω τρεις οικονομικές θεωρίες, αναπτύχθηκαν πάμπολλες ακόμη οικονομικές θεωρίες και απόψεις. Από την δεκαετία όμως του 1970, αναπτύχθηκε μια νέα οικονομική θεωρία, του Μονεταρισμού, η οποία έχει κυρίως την αναφορά της στην θεωρία του A. SMITH. Η θεωρία αυτή αναπτύχθηκε στα πανεπιστήμια του Σικάγο από τον καθηγητή Μίλτον Φρίντμαν, μαθητή του καθηγητή Φρίντριχ Χάγεκ, ο οποίος με την σειρά του υπήρξε ιδεολογικός αντίπαλος του J. KEYNES. Η θεωρία αυτή στην χώρα μας είναι γνωστή ως Νέο- Φιλελεύθερη οικονομική πολιτική. Εκμεταλλεύεται έτσι και ως όνομα, την ανάγκη πολιτικής φιλελευθεροποίησης των ανθρώπων και των κοινωνιών. Η εφαρμογή όμως αυτής της οικονομικής πολιτικής, έγινε πρώτα στην Χιλή από την χούντα του Πινοσέτ, με τελικό αποτέλεσμα την πώληση και των συνολικών αποθεμάτων ύδατος της χώρας, το οποίο αντιμετωπίστηκε ως εμπόρευμα κι όχι ως αγαθό. Τελικά αυτή η οικονομική πολιτική, επικράτησε ιδεολογικά σε διεθνές επίπεδο, εφαρμόζεται από τις περισσότερες κυβερνήσεις παγκοσμίως. Βασικό επιχείρημα αυτής της ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής είναι ότι, η ανάπτυξη των οικονομιών έρχεται μέσω του ελεύθερου ανταγωνισμού, ο οποίος έχει ως τελικό αποτέλεσμα την «αυτορύθμιση» της οικονομίας. Έτσι όμως αποσιωπάτε ότι ως τελικό αποτέλεσμα δεν έχουμε την αποκαλούμενη «αυτορύθμιση» αλλά την επικράτηση των οικονομικά ισχυρότερων, οι οποίοι και τελικά επιβάλλουν τους δικούς τους νόμους στην οικονομία, αλλά και να περιφρονούν σε πολλές περιπτώσεις νόμους και θεσμούς.
Τέτοια χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι το σκάνδαλο της ENRON αλλά και της LEHMAN BRATΗERS στις ΗΠΑ. Ως αποτέλεσμα αυτής της οικονομικής πολιτικής, τελικά έχουμε ως κατάληξη την κυριαρχία των ισχυρότερων οικονομικά στοιχείων στις κοινωνίες, οι οποίες περιορίζουν διαρκώς τις οικονομικές δυνατότητες των μεγαλύτερων τμημάτων των κοινωνιών, με σκοπό να ικανοποιήσουν την διάθεσή τους για αύξηση των κερδών τους, ώστε κι αυτοί, να ανταπεξέλθουν στους δικούς τους εσωτερικούς ανταγωνισμούς. Το γεγονός όμως αυτό είναι που δημιουργεί τις συνθήκες για την απαρχή των οικονομικών κρίσεων. Η οικονομική συμπίεση των μεγάλων κοινωνικών ομάδων, περιορίζει και την κατανάλωση, δημιουργεί συνθήκες για την αδυναμία απορρόφησης των παραγόμενων προϊόντων και τελικά οδηγούμαστε στην οικονομική κρίση.
Φθάνουμε στο σημείο που διατυπώνεται από την Μαρξιστική θεωρία, ότι:
«ο καπιταλισμός οδηγείται στην οικονομική κρίση, όταν παράγονται τόσα αγαθά, τα οποία δεν μπορούν να καταναλωθούν».
Βέβαια με την διαρκή ανάπτυξη ως αποτέλεσμα νέων πλουτοπαραγωγικών δυνατοτήτων κυρίως των ενεργειακών, αλλά και, της επιστημονικής και τεχνολογικής εξέλιξης, ιδιαίτερα μετά την δεκαετία του ΄70, δόθηκε η δυνατότητα στις ισχυρότερες οικονομικές δυνάμεις να απελευθερωθούν ως ένα βαθμό από τις κλασικές παραγωγικές δυνάμεις. Άρχισαν να λειτουργούν με μεγαλύτερη ταχύτητα και μετά την πτώση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», σε ευρύτερο χώρο. Αυτό μπόρεσε να γίνει δυνατό, μέσω της ραγδαίας ανάπτυξης του τραπεζικού συστήματος, το οποίο επικράτησε σε παγκόσμιο επίπεδο βοηθώντας έτσι την ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου αλλά και των χρηματιστηριακών αξιών (άσχετα με τα χρηματιστηριακά παιχνίδια), καθώς και των άϋλων τίτλων
(π.χ. Εμπορικές ή δανειακές συμβάσεις, επενδυτικές συμβάσεις ή επενδυτικά προγράμματα κ.λ.π). Οι άϋλοι αυτοί τίτλοι, είναι δυνατόν να έχουν εμπορικό αντίκρισμα, αλλά και νομισματικό ή χρηματιστηριακό. Τελικά οι άϋλοι αυτοί τίτλοι καθίστανται εμπορεύσιμες αξίες, λαμβάνοντας από μόνες τους τιμές, υπερβαίνουν την νομισματική τους τιμή και ανάλογα με τις προσδοκίες ή την χειραγώγηση τους, διαμορφώνονται οι τιμές τους. Τελικά διαμορφώθηκαν οικονομικά συνθήκες σε παγκόσμιο επίπεδο, όπου
ο καπιταλισμός έχει οδηγηθεί σ’ ένα νέο στάδιο, και οι κεφαλαιακές τιμές (όχι αξίες), απελευθερώνονται από την κλασική παραγωγική τους βάση, αυτονομούνται και κινούνται με ιλιγγιώδη πια ταχύτητα για τα δεδομένα άλλων εποχών, στον παγκόσμιο οικονομικό χώρο, καθορίζοντας ολοένα και περισσότερο και με μεγαλύτερη διαρκώς ισχύ τα παγκόσμια οικονομικά δεδομένα. Όπως είναι φυσικό το χρηματό - πιστωτικό σύστημα αποτελεί για μια ακόμη φορά, τον κορμό σ’ αυτή την εξέλιξη του καπιταλισμού και καθορίζει ολοένα και περισσότερο την παγκόσμια λειτουργία του. Στο στάδιο αυτό θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι οι ισχυρότερες οικονομικές δυνάμεις του καπιταλισμού ενδιαφέρονται μαζί με τον ενεργειακό έλεγχο πλέον και για τον πιστωτικό έλεγχο ή πιο κοινά, για τον έλεγχο των χρεών, απ΄ ότι τον εμπορικό έλεγχο, ακόμη και από τον έλεγχο των εξοπλισμών. Φαίνεται ότι σ’ αυτό το στάδιο ακόμη και
οι Η.Π.Α βρίσκονται σε θέση αδυναμίας, λόγω της τεράστιας διόγκωσης των κρατικών δανείων της. Και παρ΄ όλο τον τεράστιο πλούτο που διαθέτουν οι ισχυρές οικονομικές δυνάμεις αυτής της χώρας, το κράτος αδυνατεί να αποκομίσει έσοδα απ’ αυτούς ώστε να ανταπεξέλθει στον δανεισμό του.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ και ΕΛΛΑΔΑ
Η οικονομική κρίση βέβαια της Ελλάδας είναι αποτέλεσμα και των δικών της εσωτερικών προβλημάτων, και εξ αιτίας αυτών βρέθηκε αδύναμη απέναντι στην διεθνή κρίση, η οποία ξεκίνησε από τις ΗΠΑ το 2008. Η οικονομική κρίση στις ΗΠΑ βέβαια ήταν αποτέλεσμα της απληστίας ορισμένων χρήματο -οικονομικών εταιρειών, οι οποίες εκμεταλλευτήκαν παρανομώντας τεράστια ποσά, και τα οποία τελικά ζητήθηκε να καλυφθούν από το Αμερικάνικο δημόσιο. Στην Ελλάδα το μεγαλύτερο κομμάτι της οικονομίας διαχρονικά στηρίχθηκε στις διαθέσεις της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας, από τις θέσεις εργασίας του δημοσίου έως τα δημόσια έργα και τις προμήθειες για την λειτουργία του δημοσίου. Το ευκαιριακό αυτό στοιχείο στην λειτουργία της οικονομίας, λειτούργησε αποτρεπτικά και στην εσωτερική συσσώρευση πλούτου στην χώρα μας. Είναι διαρκές το φαινόμενο της διαφυγής κεφαλαίων από τη χώρα μας (με εξαίρεση ίσως και εν μέρει, την δεκαετία του 1990).
Το ερώτημα είναι πώς μπορεί μια χώρα να ανταπεξέλθει στις οικονομικές κρίσεις.
Από τότε που ο άνθρωπος αισθάνθηκε την ανάγκη να αποτελέσει κοινωνικό όν, οργάνωσε την ζωή του δημιούργησε τις οργανωμένες κοινωνίες , τους θεσμούς, τα κράτη κ.λ.π, μέσα από αντιθέσεις, αντιφάσεις, πολέμους φθάνοντας όμως στην σημερινή οργάνωση των κοινωνιών του. Άραγε είναι προτιμότερο να αφεθούν οι κοινωνίες να αυτορυθμιστούν ή μήπως είναι αναγκαίο μέσω των θεσμών που έχουν να παρέμβουν, κι αν είναι απαραίτητο να εξελίξουν τους θεσμούς τους, ώστε να ξεπεραστούν οι κρίσεις? Και άραγε, ποιος τρόπος μπορεί να υπάρξει; Όσο κι αν φαίνεται κοινότυπο η λύση μάλλον δεν βρίσκεται, με τον περιορισμό των οικονομικών δυνατοτήτων της κοινωνίας, αλλά με την οικονομική πρόοδο αυτών και την περαιτέρω, δημιουργία και συσσώρευση κοινωνικού πλούτου. Για να είναι δυνατό αυτό, μάλλον είναι απαραίτητο ένα σημαντικό ποσό του παραγόμενου πλούτου, να δεσμεύεται υπέρ της κοινωνίας και αυτό φυσικά απαιτεί την ανάλογη πολιτική βούληση, η οποία βέβαια απορρέει από τις διαθέσεις και απαιτήσεις των κοινωνιών. Οι επιστημονικές και τεχνολογικές κατακτήσεις, ιδιαίτερα το 2ο μισό του 20ου αιώνα έδωσε την δυνατότητα οι κοινωνίες να ευημερήσουν.
Η διανομή του πλούτου όμως γινόταν όλο και περισσότερο ανισομερώς με αποτέλεσμα μεγάλα τμήματα των αναπτυγμένων κοινωνιών για να κατακτήσουν ή και για να διατηρήσουν το προσφερόμενο επίπεδο ζωής κατέφυγαν στο δανεισμό. Στην πολιτική του δανεισμού κατέφυγαν και οι περισσότερες αναπτυγμένες χώρες. Έτσι δόθηκε η δυνατότητα ο καπιταλισμός να λειτουργήσει, αποφεύγοντας τις οικονομικές κρίσεις, ιδιαίτερα τα τελευταία 30-40 χρόνια. Μόνο που ενώ ο δανεισμός στα πλαίσια της οικονομίας όταν τηρούνται ορισμένοι κανόνες, είναι δυνατόν να αποτελέσει στοιχείο προόδου, όταν υπερβαίνει τα όρια, λειτουργεί καταστροφικά, στην απομείωση των περιουσιών και την υποδούλωση των δανειζόμενων. Η χειρότερη μορφή σκλαβιάς ανθρώπου, αποτελεί η υποδούλωση λόγω δανείων, γιατί εμπεριέχει και το στοιχείο της εθελούσιας υποταγής.
Το ζήτημα είναι στην δεδομένη στιγμή που βρίσκεται η Ελλάδα υπάρχει άραγε κάποια λύση; To βασικό είναι ότι η κρίση αφορά πολύ περισσότερες χώρες. Αν μπορεί να αναζητηθεί μια λύση, αυτή δεν μπορεί να μην έχει σχέση και με άλλες χώρες, ιδιαίτερα της Ε.Ε. . Ο Ελληνικός λαός δεν πρέπει να τρέφει αυταπάτες, ότι δεν θα πληρώσει τον «λογαριασμό». Το θέμα είναι πως θα μαζέψει «τα κομμάτια του», ώστε να δώσει μέλλον στα παιδιά του και να μην τα οδηγήσει στην εξαθλίωση ή τον εξανδραποδισμό.
Στο οικονομικό πλαίσιο, για να ερευνήσουμε κάποια κατ’ αρχή λύση, μάλλον θα πρέπει να ακολουθηθεί η «μυρουδιά του χρήματος». Η μεγαλύτερη φορολόγηση των όποιων κεφαλαίων και κερδοφόρων επιχειρήσεων διασώζονται εντός της χώρας ακόμα μπορεί να βοηθήσει σε ένα μικρό βαθμό. Έτσι κι αλλιώς το επιχείρημα ότι η ελάφρυνση της άμεσης φορολογίας, λειτουργεί αναπτυξιακά φάνηκε γλαφυρά στην χώρα μας μετά το 2000, που ενώ έπεφταν οι συντελεστές φορολογίας των επιχειρήσεων, παράλληλα όχι μόνο δεν είχαμε μεγαλύτερη ανάπτυξη, άλλα είχαμε και μείωση στον ρυθμό ανάπτυξης. Η αύξηση των συντελεστών φορολογίας στις επιχειρήσεις με παράλληλη μείωση των ποσοστών της έμμεσης φορολογίας (π.χ. Φ.Π.Α) δεν λειτουργούν μόνο περισσότερο υπέρ των μεγαλυτέρων στρωμάτων της κοινωνίας, αλλά και υπέρ της οικονομικής ανάπτυξης, εφόσον η μείωση των συντελεστών της έμμεσης φορολογίας λειτουργεί θετικά στο εισόδημα της κοινωνίας, βοηθά την κατανάλωση, την ζήτηση και τελικά την ανάπτυξη. Αντίθετα η μείωση των συντελεστών της άμεσης φορολογίας, βοηθά στην συσσώρευση του πλούτου ολοένα και περισσότερο σε λιγότερα χέρια, στην αργή κυκλοφορία του χρήματος, και τελικά καταλήγει στην ύφεση της οικονομίας.
Παράλληλα η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, είναι πάντα το ζητούμενο. Αυτό όμως έχει να κάνει με την πρόθεση της οποιασδήποτε εξουσίας, και την θέληση της να πολεμήσει τις ίδιες της τις σάρκες ώστε να κάνει πρώτα την αυτοκάθαρση της και στην συνέχεια να πείσει αλλά και να επιβάλει την φορολογική συνείδηση στα μεγαλύτερα τμήματα της κοινωνίας.
Στην δεδομένη περίοδο βέβαια που βρίσκεται η Ελλάδα, αυτά σίγουρα δεν αρκούν.
Η άποψη για αποχώρηση από την Ε. Ε μήπως φέρει την χώρα κάποιες δεκαετίες πίσω; Την ώρα που ανοίγουν τα σύνορα των χωρών παγκοσμίως για τους περισσότερους λαούς, το να τα κλείσει η Ελλάδα, μάλλον ακούγεται ως φοβικό σύνδρομο.
Επίσης η αποχώρηση από το Ευρώ, το πιθανότερο είναι να οδηγήσει, με ακόμη πιο ραγδαίο ρυθμό στην μείωση εισοδημάτων, την απομείωση αλλά και καταστροφή περιουσιών, την πιθανή έλλειψη βασικών αγαθών για μεγάλα τμήματα της κοινωνίας (π.χ. φάρμακα) και τελικά στην δυνατότητα για όσους έχουν κάνει εξαγωγή των κεφαλαίων τους, να τα επαναφέρουν στο εσωτερικό και να τα επενδύσουν με τους πιο ευνοϊκούς όρους. Βέβαια πολλά από τα ανωτέρω μπορούν να συμβούν και με τις τρέχουσες συνθήκες, μόνο που ίσως έτσι, αποφευχθούν οι πιο ακραίες και βίαιες συνθήκες. Ακούγεται ίσως ως μοναδική η λύση να βρίσκεται στα πλαίσια της Ε. Ε.
Το ζήτημα είναι, με ποιες προϋποθέσεις θα δοθεί η λύση; Η απομείωση των δανείων (τo λεγόμενο κούρεμα), τι θα είναι και ποιους θα επιβαρύνει; Ένα μέρος σίγουρα θα επιβαρύνει τις Ελληνικές τράπεζες και τα Ασφαλιστικά ταμεία της χώρας μας. Μάλιστα, αυτοί οι οποίοι θα επιβαρυνθούν λιγότερο μάλλον θα είναι η Γερμανία και οι τράπεζες της. Γιατί άραγε δεν ερευνήθηκε από την αρχή η νομιμότητα όλων των δανείων της χώρας; Γιατί δεν ερευνήθηκε η νομιμότητα των δανείων της χώρας που είχαν σχέση με εξοπλισμούς και προμήθειες, την στιγμή μάλιστα που βοά όλη η κοινωνία για διαφθορά σε ότι έχει σχέση με τα ανωτέρω; Μήπως τελικά το λεγόμενο «κούρεμα» αποτελέσει ακόμα μια μεγαλύτερη και θεσμοθετημένη πια από την Ε.Ε. επιβάρυνση του Ελληνικού λαού; Μία ενδεχόμενη λύση θα ήταν ίσως οι χρηματοδοτήσεις των χωρών του ΕΥΡΩ αλλά και γενικότερα της Ε.Ε να γίνονται σχεδιασμένα και θεσμικά από την Ε.Ε ώστε να επιτυγχάνεται ευνοϊκότερα επιτόκια (μια μορφή αυτών είναι τα λεγόμενα Ευρω-ομόλογα), και έτσι μέσω αυτών οι χώρες που χρειάζονται δάνεια να επιτυγχάνουν καλύτερα επιτόκια.
Το ερώτημα όμως είναι γιατί να δεχθεί κάτι τέτοιο η Γερμανία, η μόνη ίσως που δεν ευνοείται από κάτι τέτοιο, κι η οποία μάλιστα αποκομίζει κέρδη από την κρίση χρέους των άλλων χωρών. Βέβαια η οικονομική κρίση μακροπρόθεσμα ίσως επηρεάσει τις εξαγωγές της. Αλλά για μια άλλη φορά φαίνεται ότι ο καπιταλισμός έχει στραφεί στο κυνήγι του βραχυπρόθεσμου κέρδους. Άραγε έχουμε μια ακόμα αντίφαση του καπιταλισμού ή μέσα από το άμεσο κέρδος και αποτέλεσμα, η Γερμανία κατακτά καλύτερες θέσεις στο παγκόσμιο οικονομικό παιχνίδι; Αν βέβαια ισχύει το τελευταίο, το οποίο είναι πιθανό, θα μπορούσαμε να πούμε ότι θα ήταν μάλλον λάθος της Γερμανίας να σπρώξει την Ελλάδα εκτός ΕΥΡΩ και Ε.Ε. λόγω της γεω-στρατηγικής θέσης της χώρας μας. Ένα στοιχείο, το οποίο φυσικά αποτελεί στρατηγικό πλεονέκτημα της χώρας, κι απ΄ ότι φαίνεται όχι αρκούντως αξιοποιήσιμο. Ή μήπως η Γερμανία ενδιαφέρεται πια περισσότερο, για την ακόμη μεγαλύτερη ενίσχυση της στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, ώστε να έλθει άμεσα στην κορυφή των χωρών που διαθέτουν κεφαλαιακές αξίες;
Η αναδιάρθρωση του Ελληνικού χρέους φαίνεται ως αναπόφευκτη. Το ερώτημα είναι με ποιους όρους; Το σίγουρο είναι ότι μια χώρα δεν μπορεί να αναπτυχθεί, αν δεν ευημερεί η κοινωνία της. Για να είναι δυνατό να συμβεί αυτό, είναι απαραίτητο η κοινωνία από την παραγωγική της δύναμη να δημιουργεί πλούτο, να γίνεται συσσώρευση του παραγόμενου πλούτου κι αυτός ο πλούτος τελικά να αποτελεί κοινωνικό αγαθό. Φυσικά είναι απαραίτητο να διαχωρίζεται το κοινωνικό αγαθό
(πχ.. Παιδεία, Υγεία, Επενδύσεις στην έρευνα και τις επιστήμες, κλπ…) από την άκριτη διανομή εισοδήματος σε κοινωνικές ομάδες ή άτομα (στοιχείο μάλλον διαφθοράς).
Το τελευταίο όπως μας διδάσκει η εμπειρία της χώρας μας, τελικά δημιουργεί τις συνθήκες όχι μόνο κατασπατάλησης του όποιου παραγόμενου κοινωνικού πλούτου, αλλά και υποθηκεύει το μέλλον της ίδιας της κοινωνίας.
Στην δεδομένη στιγμή που βρίσκεται η χώρα μας, φαίνεται να βρίσκεται σε αδιέξοδο και να είναι υποχρεωμένη να ακολουθεί τα κελεύσματα των δανειστών της. Σε κάθε περίπτωση όμως είναι υποχρεωμένη να διαφυλάξει τον όποιον συσσωρευμένο κοινωνικό πλούτο διαθέτει, κι όχι να τον εκποιήσει «αντί πινακίου φακής».
Η λύση δεν μπορεί παρά να είναι πολιτική. Και δεν φαίνεται ότι μπορεί να είναι εκτός Ε.Ε και ΕΥΡΩ. Την στιγμή που η οικονομική κρίση αγκαλιάζει το μεγαλύτερο τμήμα της Ε.Ε , ιδιαίτερα τον Ευρωπαϊκό νότο αλλά αρχίζει να αγγίζει και την Γαλλία με το Βέλγιο θα ήταν ανόητο να υπάρχει η επιμονή, οι λύσεις να δίνονται από τις κατά τόπου χώρες. Δεν μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι η Ευρώπη είναι μια φτωχή περιοχή.
Απλά χρειάζονται δυο πράγματα να γίνουν.
Να γίνει αναδιοργάνωση ορισμένων χωρών, ιδιαίτερα στους κρατικούς μηχανισμούς ώστε να μην σπαταλώνται οι δημόσιοι και κοινωνικοί πόροι, πολύ περισσότερο να διαφυλάσσονται από την εκμετάλλευση αλλά και κατάχρηση της «Νομενκλατούρας» (δηλ. της πολιτικής και κρατικής γραφειοκρατίας), η οποία αναπτύσσεται στα πλαίσια της Ε.Ε αλλά και των κρατών αυτής.
Επίσης η εξεύρεση πόρων τόσο από την Ε.Ε όσο και από τις επί μέρους χώρες. Αυτό φυσικά μπορεί να γίνει κατ’ αρχήν με την άμεση φορολόγηση του υπάρχοντος πλούτου. Με την ελάφρυνση των έμμεσων φόρων ( ιδιαίτερα στην Ελλάδα), ώστε να ελαφρυνθούν τα πλατύτερα στρώματα της κοινωνίας. Στοιχείο αύξησης της κατανάλωσης, άρα και εν δυνάμει και της παραγωγικής ανάπτυξης. Βέβαια αυτό φαίνεται να φέρνει σε αντίθεση πολλές χώρες μεταξύ τους, οι οποίες αλλά ανάγκες και προτεραιότητες αλλά και πολιτικές επιλογές.
Στα πλαίσια αυτά τοποθετείται και το ερώτημα της πολιτικής επιλογής όλων των χωρών ιδιαίτερα αυτών του ΕΥΡΩ. Αν είναι προτιμότερο και εξυπηρετούνται τα συμφέροντα των λαών τους εντός του ΕΥΡΩ ή όχι. Αν όχι τότε ίσως βρεθούμε στο σημείο, όπου το καλύτερο σενάριο να υπάρχει κάποια Ε.Ε με δυο νομίσματα, ένα για την βόρεια Ευρώπη κι ένα για τη νότια. Μόνο που κάτι τέτοιο ίσως αγγίξει και την Γαλλία. Αλλά και μόνο η Ιταλία με την Ισπανία εκτός ΕΥΡΩ, πόσο αυτό βοηθάει την Ε.Ε. αλλά και την ανάπτυξη του Ευρωπαϊκού βορά; Βέβαια ίσως βγάλουν από το ΕΥΡΩ μόνο την Ελλάδα, άντε και την Πορτογαλία. Αλλά πόσο αυτό εξυπηρετεί, λαμβάνοντας υπόψη την γεω - στρατηγική θέση της Ελλάδας;
Π.χ. γιατί μετά η Ελλάδα θα είναι αναγκασμένη να παρακρατά στα εδάφη της, τους
εξ ανατολής λαθρο – μετανάστες;
Σε κάθε περίπτωση αυτό το οποίο φαίνεται ότι μπορεί να αποτελέσει διέξοδος και να αποτελέσει λύση όχι μόνο για την Ελληνική κοινωνία αλλά, για το σύνολο των Ευρωπαϊκών κοινωνιών, είναι ολοένα και μεγαλύτερο τμήμα του παραγόμενου Ευρωπαϊκού πλούτου να γίνεται κοινωνικό αγαθό κι όχι ιδιωτικός πλούτος. Αυτό βέβαια αποτελεί διαφορετικές πολιτικές επιλογές των Ευρωπαϊκών λαών κι όχι επιλογές,
οι οποίες υπηρετούν την νέο- φιλελεύθερη λογική στην οικονομική πολιτική.
Αυτό βέβαια επαφίεται τελικά όπως είναι και φυσικό, στις επιλογές των λαών της Ευρώπης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου